Σήμερα 7/3/2024 το πρωί, η Δημοτική Βιβλιοθήκη Ηρακλείου Αττικής υποδέχτηκε με χαρά τη συγγραφέα Ελένη Πριοβόλου και 39 μαθητές της ΣΤ΄ τάξης του 13ου Δημοτικού Σχολείου, για την παρουσίαση του βιβλίου της «Καπετάν Ζωή», σε προγραμματισμένη επίσκεψη, συνοδευόμενοι από τις δασκάλες Χαρίκλεια Βεκρή και Γεωργία Ανδρακάκου.
Η επίσκεψη ξεκίνησε με τη γνωριμία της συγγραφέως στη Βιβλιοθήκη και συνεχίστηκε με τη συνέντευξη που της έκαναν τα παιδιά, όπως για παράδειγμα «Πότε γράψατε το πρώτο σας βιβλίο;», «Υπήρξε κάποια στιγμή που ένας εκδοτικός οίκος δεν ήθελε να σας εκδώσει κάποιο βιβλίο σας;», «Ποιο είναι το αγαπημένο δικό σας βιβλίο;», «Ποια ήταν τα περισσότερα χρόνια που χρειάστηκαν για να γράψετε κάποιο βιβλίο σας;», «Έχετε βαρεθεί κάποια στιγμή να γράφετε;».
Η κ. Πριοβόλου απάντησε πρόθυμα σε όλες τις ερωτήσεις των παιδιών. Εντύπωση μας έκανε στην ερώτηση «Πότε γράψατε το πρώτο σας βιβλίο;», η αναφορά της για τη σκληρότητά του δασκάλου της. Συγκεκριμένα μας είπε ότι χτύπησε τη φίλη της την Ιουλία πάρα πολύ και ήταν η αφορμή να γράψει το πρώτο της βιβλίο στο περιθώριο του αναγνωστικού. Ήταν η πρώτη της ιστορία στο Δημοτικό. Αξιοσημείωτα επίσης τα λόγια της, πως το πρώτο πράγμα που κάνει κάθε πρωί είναι να σημειώνει τα όνειρα που είδε τη νύχτα ώστε να γράψει μια ιστορία. Πιστεύει πως η ζωή ενός συγγραφέα είναι μια επίπονη και καθημερινή διαδικασία και πως οι λέξεις δεν είναι γραμματάκια που τις συναρμολογούμε, αλλά τις αγαπάμε διότι έχουν βάθος. Αγαπάμε τα βιβλία, το βιβλίο μπορείς να το πάρεις και να το βάλεις στο μαξιλάρι σου και να γίνεις φίλος με τους φίλους του βιβλίου, μας είπε χαρακτηριστικά. Στη συνέχεια μας είπε ότι για να γράψει μια ιστορία, κάνει πρώτα ενδελεχή έρευνα στις βιβλιοθήκες για το θέμα και για αυτό τον λόγο το βιβλίο «Όπως ήθελα να ζήσω» έκανε εφτά (7) χρόνια για να το ολοκληρώσει. Επίσης εμπνέετε από τις καθημερινές ιστορίες του κόσμου και έχει γράψει τριάντα τρία (33) βιβλία.
Με αφορμή, λοιπόν, την κόρη της Εύα στις διακοπές τους βλέποντάς την, επινόησε την ιστορία του βιβλίου της «Καπετάν Ζωή». Η ιστορία της Εύας που χωρίς διάθεση να αφήσει την «κανονικότητά» της στην πόλη, ακολούθησε τους γονείς σε ένα άγονο νησί. Εκεί και ενώ πριν όλα της φαίνονταν μαύρα, γνωρίζει τη Ζωή, μια αληθινή καπετάνισσα της ζωής, όπου μαζί ταξιδεύουν, στα όνειρα, στη μαγεία και στην περιπέτεια.
Στο τέλος, η συγγραφέας διάβασε ένα απόσπαμα από το βιβλίο της στα παιδιά και τους τόνισε ότι πρέπει να μάθουν να αγαπούν τα βιβλία και να έρθουν κοντά σε κοινωνικά θέματα, διότι στη σύγχρονη εποχή η τεχνητή νοημοσύνη είναι έτοιμη να κατακτήσει τα πάντα.